Η αγωνία μιας ανείπωτης ιστορίας

Η αγωνία μιας ανείπωτης ιστορίας

«Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αγωνία από το να κουβαλάς μια ανείπωτη ιστορία μέσα σου»
Maya Angelou (1928-2014) Αφροαμερικανή ποιήτρια, πεζογράφος και ακτιβίστρια.

Κάθε φορά που συναντάμε έναν άνθρωπο στο ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο έχουμε τη δυνατότητα να ακούσουμε την ιστορία του. Κι όπως μπορεί να καταλάβει ο αναγνώστης, για να διαβεί ο θεραπευόμενος το κατώφλι της πόρτας μας, η ιστορία του δεν θα είναι απαραίτητα – μόνο- ευχάριστη. Ιστορίες με πόνο, προδοσία, ματαίωση και κακοποίηση, ιστορίες με ντροπή κι ενοχή κατακλύζουν κάθε μέρα τα γραφεία των ψυχοθεραπευτών. Κάποιοι ωστόσο θα αναρωτηθούν πού βοηθάει η αφήγηση των ιστοριών μας σε έναν ειδικό.

Ας σκεφτούμε καταρχήν ένα άτομο, το οποίο έχει ζήσει μια πολύ τραυματική ιστορία. Για παράδειγμα έχει βιώσει τον πόνο και τη ματαίωση ενός δικαστικού αγώνα που προέκυψε στην προσπάθεια του να διεκδικήσει τη δικαίωση του μετά την απώλεια ενός αγαπημένου του προσώπου. Αρχίζοντας να ξεδιπλώνει την ιστορία του σε έναν ψυχοθεραπευτή, καταφέρνει καταρχάς να ξεπεράσει τους πρώτους ενδοιασμούς. Αντικρίζει ένα βλέμμα συμπονετικό και γεμάτο κατανόηση, συνομιλεί με ένα άτομο, το οποίο ευθύς εξαρχής είναι εκεί για τον ίδιο και το οποίο προσπαθεί να καταλάβει το δικό του τρόπο σκέψης, αποκτά έναν συνοδοιπόρο. Κι εφόσον μια τέτοια ιστορία περιλαμβάνει συναισθήματα όπως αδικία, προδοσία, ματαίωση, πόνο, ο θεραπευόμενος οφείλει στον εαυτό του να μπορέσει να εκφράσει την πληθώρα αυτών των συναισθημάτων για να προχωρήσει στη ζωή του. Βλέπετε, όσο ο πόνος και η αδικία συσσωρεύονται, το άτομο αρρωσταίνει τόσο ψυχικά όσο και σωματικά. Η αίσθηση της προδοσίας κλονίζει την εμπιστοσύνη σε άλλα πρόσωπα με αποτέλεσμα το άτομο να νιώθει μόνο και περιθωριοποιημένο. Έτσι λοιπόν η αφήγηση της ιστορίας μας μπορεί να μας απεγκλωβίσει και να μας βοηθήσει να συνδεθούμε ξανά με πιο υγιείς τρόπους με τον συνάνθρωπο. Γιατί αν κάτι είναι η θεραπευτική σχέση είναι πάνω από όλα μια σχέση συνανθρώπινη, μια σχέση συμπόρευσης κι εμπιστοσύνης. Κι όχι μόνο. Ο ψυχοθεραπευτής, αφού κατανοήσει τον πόνο του θεραπευόμενου, μπορεί και να τον αναπλαισιώσει. Να τον βοηθήσει να τον δει «με άλλο μάτι», να τονίσει τις δυνάμεις του θεραπευόμενου, να συνδέσει την ιστορία του με την ιστορία του ευρύτερου οικογενειακού πλαισίου μέσα από το πρίσμα των διαγενεαλογικών σχέσεων και αλληλεπιδράσεων, να τον βοηθήσει να καταλάβει ότι με τον αγώνα του κλείνει π.χ. πληγές που αφορούν αδικίες χρόνων και ότι τώρα είναι πλέον σε θέση να απολαύσει τη ζωή του χωρίς άλλα προσκόμματα και χρέη που ουδέποτε τον αφορούσαν άμεσα. Τότε τα βάρη παύουν να υφίστανται. Το άτομο νιώθει να αποκτά φτερά στην ψυχή του. Η ανείπωτη ιστορία χάνει τη δύναμη της αφού ό,τι την αφορούσε ειπώθηκε. Ο θεραπευόμενος βιώνει μια αίσθηση υπερηφάνειας για τον εαυτό του καθώς μέσα στην ψυχοθεραπευτική σχέση πήρε πλήρη αποδοχή για το ποιος είναι και τι κατάφερε να πετύχει.

Έτσι είναι. Χρειαζόμαστε τους άλλους για να μπορέσουμε να αφηγηθούμε το βίωμα μας, για να μπορέσουμε να λυτρωθούμε. Μόνο που αυτοί οι άλλοι πρέπει να μπορούν να αφουγκραστούν και να κατανοήσουν, να μας αγκαλιάσουν και να συμπορευτούν γιατί αλλιώς το τραύμα μιας ανείπωτης ιστορίας μπορεί να βαθύνει και η αγωνία μας για αυτό που κουβαλάμε μέσα μας να γιγαντωθεί. Όταν όμως μας ακούν, κάτι μέσα μας μαλακώνει. Νιώθουμε δικαίωση κι ας έχουμε αδικηθεί, νιώθουμε λύτρωση κι ας έχουμε πονέσει και πάνω από όλα νιώθουμε δύναμη κι ας ήμασταν κάποτε στη θέση του αδύναμου. Το σίγουρο πάντως είναι ότι μπορούμε τότε να συνειδητοποιήσουμε την εσωτερική μας δύναμη και να κατακτήσουμε την προσωπική μας σοφία για τη ζωή. Κι αυτό από μόνο του είναι τεράστιο κέρδος.